Πέμπτη 26 Ιανουαρίου 2012

Με τη σοφία του ανθρώπου που ζει στη Φύση

Του ΓΙΩΡΓΟΥ ΚΟΚΚΙΝΑΚΟΥ

"...με το σιρόκο στη γενειάδα χρόνια αιώνες χρόνια και νιάτα  πο 'χει η ομορφιά"
Ν. Καρούζος


Πριν λίγες μέρες οι δρόμος μ' έβγαλε στη Ραψάνη. Το γνωστό ορεινό χωριό στις παρυφές του Ολύμπου, που διατηρεί ακόμα το ιστορικό του βάρος, παρά τη δημογραφική παρακμή που το έχουν καταδικάσει η αστυφιλία, η παραμέληση της υπαίθρου και ο σύγχρονος καταναλωτικός πολιτισμός. Εκεί, λοιπόν, ένα βράδυ, δίπλα στο τζάκι, με τους απέριττους μεζέδες και το τσίπουρο προσετέθη στην παρέα ο Νίκος. Ενας 65άρης άνδρας με την τραγιάσκα του, με το σακούλι με τον ντόπιο καπνό και το στριφτό στο χέρι. Μας καλησπέρισε και έκατσε.
Η κουβέντα είχε ανάψει και περιστρεφόταν -που αλλού- γύρω από την κρίση. Την οικονομική, την πολιτική, την κρίση αξιών, την πνευματική και ηθική κρίση. Πήρε τον λόγο και ο Νίκος Κλαδίσιος, αγράμματος -αφού ούτε το Δημοτικό δεν εχει βγάλει- και αταξίδευτος - αφού δεν εχει φύγει ποτέ από το χωριό του.
Εγώ γιατρέ, μου λέει, θυμάμαι τη δεκαετία του 1950 τότε που δεν είχαμε ούτε μια φέτα ψωμί να φάμε και αν κάποιος έλεγε ότι δίδει ένα χιλιάρικο σε όποιον ξεγυμνωθεί στην πλατεία κανείς δεν θα βρισκόταν να το κάνει. Παρά την ανέχεια. Ενώ σήμερα, που το χωριό έχει γεμίσει με μερσεντές, αν πει κάποιος το ίδιο, αυτοί οι ίδιοι που έχουν τις μερσεντές θα τρέξουν να υπακούσουν, να ξεγυμνωθούν! Για ένα χιλιάρικο.
Γεια σου ρε φίλε Κλαδίσιε με την ευθυβολία σου. Δεν έχει φύγει ποτέ από το χωριό του, αλλά οι ορίζοντές του είναι απέραντοι, δεν ξέρει γράμματα, αλλά έχει τη σοφία του ανθρώπου που ζει στη Φύση, του ορεσίβιου που ξέρει να συμπυκνώνει τον λόγο του και να φθάνει στην ουσία των πραγμάτων. Που ζει με μια φιλικότητα με τη Φύση, έξω από τον αγοραίο πολιτισμό του σημερινού κόσμου, αφού δεν μπήκε ποτέ στο κρεουργείο της εκπαίδευσης, του καταναλωτισμού, της σύγχρονης ζωής. Η μάνα μου ήταν πολιτική κρατούμενη στο Τρικέρι, μου λέει σε μια στιγμή και έτσι έχω το Πανεπιστήμιο στο σπίτι μου, κλείνοντάς μου το μάτι. Και όταν η κουβέντα πάει στην Αριστερά, στις ευθύνες της, στην ηθικολογία και στην ανικανότητά της, στον διχασμό λόγων και έργων, στα νέα προτάγματα που πρέπει να επινοήσουμε, πάλι ο Νίκος μας απαντά ποιητικά και απροσδιόριστα. «Α, ρε Λαυρέντη, μόνον εγώ ήξερα πόσο κάθαρμα είσαι». Μείναμε όλοι άναυδοι. Από ποιον δρόμο φθάνει άραγε ο Κλαδίσιος στα υψίπεδα της μεγάλης ποίησης του Μ. Αναγνωστάκη;
Μα απ΄ τα δύσβατα της μη υπονόμευσης της γλώσσας, της βιωματικότητας, της αγνότητας και της διαφάνειας. Εκεί που δεν υπάρχει επιτήδευση, υπολογισμός, καριέρα, εξουσία και δόξα. Εκεί που δεν υπάρχει η κίβδηλη αντιμετώπιση των υπαρξιακών ανθρώπινων χασμάτων με καταναλωτικά, υλικά, φανταχτερά, αναλώσιμα αγαθά, αλλά υπάρχει η ενσυναίσθηση  της ανθρώπινης φύσης, της παντραγικότητάς της, της  εξοικείωσής της με το φθαρτό, της φιλικότητας και της αποδοχής του πόνου, του περατού, του αγωνιώδους.
Δίνεις σε ένα νέο παιδί ένα σταφύλι, λέει ο Κλαδίσιος, σε κάποια στιγμή που η κουβέντα πέρασε στην οικολογία, τρώει 2 - 3 ρώγες και παρατάει το υπόλοιπο. Μα αγαπητοί μου αυτό το σταφύλι για να ωριμάσει, εγώ το χάιδευα έναν ολόκληρο χρόνο! Γιατί χαϊδεύει τα κλήματα και τους κουβεντιάζει ταυτόχρονα ο Νίκος. Αυτή την ελιά που τη βλέπεις με περιφρόνηση στο τραπέζι, κάποιος έβαλε σκάλα για να τη φτάσει! Εσείς οι νέοι αποφλοιώνετε το προϊόν από τον ενσωματωμένο ανθρώπινο κόπο και έτσι το υποτιμάτε. Σοφές κουβέντες που σε αφήνουν αμήχανο και συγκινημένο με την αμεσότητά τους, την αλήθεια τους, την κυριολεξία τους. Τι παραπάνω να πεις για το θέμα της οικολογίας και του περιβάλλοντος; Τι παραπάνω να πεις για το σημερινό «χαλασμένο» ανθρωποείδωλο. Τα είπε όλα ο Κλαδίσιος με τρεις κουβέντες.
Ετσι είναι. Οι πηγές βρίσκονται στα ορεινά. Από κει αρχίζουν τα γάργαρα για να ποτίζουν τους «κάμπους». Αλλά μεσολαβούν βλέπεις πολλά και θολώνουν το νερό και το νερό δεν πίνεται...
(Χανιώτικα νέα - 26/1/2012)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου