Δευτέρα 21 Δεκεμβρίου 2009

Φτωχότερη η Ελλάδα. Εφυγε ο Γιάννης Μόραλης.

Έντυπη Έκδοση
Ελευθεροτυπία, Δευτέρα 21 Δεκεμβρίου 2009

ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΟΡΑΛΗΣ (1916-2009)
Ο «ευπατρίδης της αληθινής ζωγραφικής»

Πέθανε χθες στα 93 του. Κηδεύεται σήμερα στο Α' Νεκροταφείο σε στενό οικογενειακό κύκλο, όπως επιθυμούσε

Της ΝΑΤΑΛΙ ΧΑΤΖΗΑΝΤΩΝΙΟΥ

Από τις κορυφαίες φυσιογνωμίες της ελληνικής τέχνης του 20ού αιώνα. Ο μεγάλος δάσκαλος της ζωγραφικής και της χαρακτικής. Ο «ευπατρίδης», που κατοχυρώθηκε ως βασικός εκπρόσωπος της γενιάς του '30, με τη ζωγραφική του «να εκφράζει μεταπολεμικά», όπως έχει γραφτεί, «μια από τις καλύτερες και ίσως πιο τεκμηριωμένες εκδοχές του «ελληνότροπου μοντερνισμού»».
Το θέμα του έρωτα του θανάτου και η ανθρώπινη μορφή διατρέχουν το σύνολο της δημιουργίας του Γιάννη Μόραλη. Εκείνος που ενσάρκωσε τον «καλλιτέχνη», αλλά και την ουσία της ανθρώπινης πορείας προς την ωριμότητα, εξελίσσοντας μέχρι τέλους την τέχνη του διά της αφαιρέσεως. Μαζί με τον Γιάννη Μόραλη, που πέθανε χθες στο σπίτι του, στα 93 του χρόνια, καταπονημένος τους τελευταίους μήνες, όταν σταδιακά τον εγκατέλειπαν οι δυνάμεις του, αποχαιρετάμε την αύρα μιας ολόκληρης «πνευματικής» εποχής.
Με έναν τρόπο, εκείνη την εποχή αναπαρήγε κι η καθημερινή του διαδρομή στην πόλη, όταν βέβαια δεν βρισκόταν στο φτιαγμένο από τον Αρη Κωνσταντινίδη καταφύγιό του στην Αίγινα. Διατηρούμε ως ανάμνηση, εκτός από το χιούμορ, την εκλέπτυνση και τα ωραία ελληνικά του, την εικόνα τού πάντα καλοντυμένου αστού Μόραλη που κατηφορίζει την Δεινοκράτους για τον καφέ του στο «Μπραζίλιαν», διασχίζει τη Βουλής μέχρι τον «Ικαρο» και περνά οπωσδήποτε από τις γκαλερί «Ζουμπουλάκη» της Κριεζώτου και της πλατείας Κολωνακίου.
Η κηδεία του Γιάννη Μόραλη γίνεται σήμερα, στις 11.30 π.μ., στο Α' Νεκροταφείο, σε στενό οικογενειακό κύκλο και χωρίς επικηδείους, όπως ο ίδιος επιθυμούσε.

«Ζωγραφιστές» παιδικές αναμνήσεις

Ο Γιάννης Μόραλης είχε γεννηθεί στην Αρτα το 1916, αλλά από το 1922 έως και το '28 έζησε στην Πρέβεζα - όπου υπηρετούσε ο φιλόλογος πατέρας του. Από πολύ μικρός ο Μόραλης εμφανίζει μια έμφυτη ροπή στη ζωγραφική: οι μετέπειτα αφηγήσεις του για τα παιδικά του χρόνια στέκονται στις χρωματιστές κιμωλίες του πατέρα του, στις δύο χρωμολιθογραφίες του Μιλέ που δέσποζαν στο πατρικό του, στη βιτρό τζαμόπορτα του σπιτιού της γιαγιάς του, στη μυρωδιά της λαδομπογιάς και στις ριγέ κόλλες διαγωνισμού που καλύπτονταν με τα πρώτα του σχέδια. Ομως, «...δυστυχώς εγώ δεν έχω κάνει ποτέ αυτά τα ωραία, αγνά σχέδια που ζωγραφίζουν τα παιδιά», διηγούνταν στον Διονύση Φωτόπουλο, σε μια συνομιλία που δημοσιεύεται στην έκδοση «Μόραλης. Αγγελοι, Μουσική, Ποίηση» του Μουσείου Μπενάκη.
Το 1927 η οικογένεια εγκαθίσταται στην Αθήνα. Ο Γιάννης Μόραλης έχει ήδη αποφασίσει να γίνει ζωγράφος, έχοντας μάλιστα στραφεί ήδη στην ανθρωποκεντρική θεματολογία, καθοριστική του επιλογή τα επόμενα χρόνια. Το 1931 προετοιμάζεται κανονικά πια για τις εισαγωγικές εξετάσεις της ΑΣΚΤ, ακολουθώντας το προπαρασκευαστικό τμήμα του Δημήτριου Γερανιώτη, όπου γνωρίζεται με τους Γιάννη Τσαρούχη, Χρήστο Καπράλο και Νίκο Νικολάου. Περνάει τις εξετάσεις και για ένα δίμηνο παρακολουθεί το «πολύ αυστηρής ατμόσφαιρας» εργαστήριο του Κωνσταντίνου Παρθένη. Προτιμά τελικά το ελεύθερο κλίμα στο εργαστήριο του Ουμβέρτου Αργυρού. Ταυτόχρονα, το 1932 εγγράφεται στο νεοσύστατο εργαστήριο χαρακτικής του Γιάννη Κεφαλληνού.
Την ίδια χρονιά συμμετέχει σε μια σπουδαστική έκθεση και παίρνει την πρώτη ενθουσιώδη κριτική από τον Διονύσιο Κόκκινο. Δύο χρόνια αργότερα ο Κόκκινος θα επανέλθει με μία ακόμα επαινετική κριτική για τα τέσσερα έργα που παρουσιάζει ο Μόραλης σε ομαδική έκθεση στην γκαλερί της Μίνας Ρωκ. Ενα από αυτά («Πρωτόπλαστοι») αγοράζεται από αξιωματούχο της ιταλικής πρεσβείας έναντι του αστρονομικού ποσού των 5.000 δραχμών!
Το 1936 με υποτροφία της Ακαδημίας Αθηνών φεύγει για τη Ρώμη, όπου παρακολουθεί επί ένα 6άμηνο μαθήματα τοιχογραφίας και μωσαϊκού. Καταφέρνει να συνεχίσει και να ολοκληρώσει τις σπουδές του στο Παρίσι, παρακολουθώντας στην Ecole des Arts et Metiers μαθήματα ψηφιδωτού και στην Ecole Nationale des Beaux Arts μαθήματα ζωγραφικής. Παράλληλα, μυείται στην καλλιτεχνική ατμόσφαιρα των παρισινών καφέ και των μεγάλων εκθέσεων.

Στην Αθήνα του πολέμου

Το 1939 με την κήρυξη του Β' Παγκοσμίου Πολέμου αναγκάζεται να επιστρέψει στην Ελλάδα. Το 1941 παντρεύεται τη Μαρία Ρουσσέν (την πρώτη του γυναίκα, από την οποία χωρίζει το 1945). Την περίοδο της Κατοχής για βιοποριστικούς λόγους ασχολείται με τη συντήρηση έργων τέχνης, ταυτόχρονα όμως αφοσιώνεται στην προσωπογραφία.
Το 1947, παντρεμένος πια με τη γλύπτρια Αγλαΐα Λυμπεράκη (από την οποία θα χωρίσει το 1955 για να κάνει έναν ακόμα γάμο, το '96 με τη Γιάννα Βασσάλου), εκλέγεται τακτικός καθηγητής στην προπαρασκευαστική τάξη της ΑΣΚΤ. Το 1953 έγινε τακτικός καθηγητής εργαστηρίου ζωγραφικής, θέση που διατήρησε έως το 1983. Από το εργαστήριό του πέρασαν ως μαθητές δεκάδες από καταξιωμένους σήμερα ζωγράφους.
Το 1949, μαζί με τους Νίκο Χατζηκυριάκο-Γκίκα, Γιάννη Τσαρούχη, Νίκο Νικολάου και Νίκο Εγγονόπουλο, ιδρύουν την καλλιτεχνική ομάδα «Αρμός», η οποία κατηγορείται από κάποιους ότι εκπροσωπεί την «πιο "ακραία" εκδήλωση μοντέρνας τέχνης στην ελληνική πραγματικότητα». Ο Μόραλης συμμετέχει και στις τρεις εκθέσεις της ομάδας σε Αθήνα (1950, 1952) και Θεσσαλονίκη (1950).
Στην Αθήνα διοργανώνει το 1959 την πρώτη του ατομική έκθεση, στην αίθουσα «Αρμός» κι η Ελένη Βακαλό δημοσιεύει μια ενθουσιώδη κριτική στα «Νέα». Η επόμενη ατομική έκθεση του Μόραλη γίνεται το 1963 στην γκαλερί «Χίλτον», όπου παρουσιάζει, εκτός από την ενότητα έργων «Επιτύμβια», σχέδια και μελέτες για αρχιτεκτονικές εφαρμογές. «Από τα έργα αυτής της περιόδου», σημειώνει ο ακαδημαϊκός Χρύσανθος Χρήστου, «διαπιστώνει κανείς ένα έντονο ερωτικό στοιχείο στη ζωγραφική του Μόραλη». Κι ο ίδιος ο ζωγράφος παραδέχεται άλλωστε ότι το σύνολο της δημιουργίας του διατρέχει το θέμα του Ερωτα και του Θανάτου. Τα επόμενα χρόνια ο Μόραλης εξελίσσει την προσωπική του «γλώσσα», μεταβάλλοντας την ανθρώπινη μορφή «σε ένα αυστηρό γεωμετρικό σύστημα». Από τις αρχές του 1970 είναι άλλωστε ευδιάκριτες στο έργο του οι επιδράσεις του κονστρουκτιβισμού και του Μπαουχάους.
Από το 1972, που εκθέτει στην γκαλερί Ιόλα-Ζουμπουλάκη, εγκαινιάζει και τη σταθερή του συνεργασία με την Πέγκυ Ζουμπουλάκη. Εκτοτε, και μέχρι το 2006 και τη δέκατη και τελευταία του ατομική έκθεση στην Αθήνα, κάθε καινούργια δουλειά του στεγάζεται στη δική της γκαλερί.
Πολυβραβευμένος (το 1965 τού απονέμεται ο Ταξιάρχης του Φοίνικα, το 1979 το Αριστείο Τεχνών της Ακαδημίας Αθηνών, το 1999 το μετάλλιο του Ταξιάρχη της Τιμής κ.λπ.) ο Μόραλης παίρνει μέρος σε εκθέσεις στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Το 1988 η Εθνική Πινακοθήκη τιμώντας την πολύχρονη προσφορά του οργάνωσε μεγάλη αναδρομική έκθεση, παρουσιάζοντας το σύνολο του έργου του. Εργα του ανήκουν σε δημόσιες και ιδιωτικές σχολές στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. *

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου