Ηταν τον Αύγουστο του 1981 όταν στον δημοτικό κινηματογράφο των Χανίων «Κήπος» προβλήθηκε η ταινία «Μπλου» του Σίλβιο Ναριτζιάνο, με μουσική του Μάνου Χατζιδάκι, παρουσία του συνθέτη.
Ηταν μια υπέροχη βραδιά, που οργάνωσε ο υπεύθυνος του κινηματογράφου Λεωνίδας Κακάρογλου. Προηγήθηκε ομιλία του Μάνου Χατζιδάκι, η οποία δημοσιεύθηκε στο ενημερωτικό έντυπο του «Κήπου», το καλοκαίρι του 1999.
Αναδημοσιεύουμε δύο χαρακτηριστικά αποσπάσματα από αυτή την άκρως ενδιαφέρουσα ομιλία του Μάνου Χατζιδάκι, που ιστορεί κάτω από ποιους ερεθισμούς πέρασε στην κινηματογραφική μουσική:
«Σαν η φωτογραφία ζωντάνεψε στα τέλη του περασμένου αιώνα, απλώθηκε μονομιάς μια σιωπή θαυμαστική, συγχρόνως και θωπευτική. Σιωπή απ' τις αμίλητες φιγούρες που κινήθηκαν, σιωπή κι απ' τον κόσμο που βωβός παρατηρούσε στην τετράγωνη λευκή οθόνη να πραγματοποιούνται εξαίσια οράματα έρωτα και πάθους, με ανεξίτηλες μορφές ανδρών και γυναικών καθώς κι ατελείωτα γκανγκς μεγάλων κωμικών, που μας παρείχαν νέες διαστάσεις στα προβλήματα εκείνου του καιρού, προβλήματα που μας οδήγησαν σε δυο παγκόσμιους πολέμους. Μα σαν μίλησαν οι φιγούρες, σκοτώθηκε η σιωπή κι ο χώρος γέμισε αμηχανία και μουσική.
Ετσι γεννήθηκε η μουσική του κινηματογράφου, θα 'λεγε κανείς. Απ' τη σιωπή. Και η μουσική αυτή υπήρξε στην αρχή λίγο σκοτάδι, τίτλοι, ηχητική περιγραφή του ονείρου, πράξη ζωής και θάνατος, ενέργεια, νίκη, τέλος-διέξοδος, επιστροφή στο σπίτι. Μες στο ψυγείο τα όνειρα για μια μοναδική στιγμή αναπόλησης και μοναξιάς.
Η μουσική του κινηματογράφου συντηρεί στη μνήμη την εικόνα, την ερμηνεύει, ενώ συγχρόνως χρωματίζει επιθυμίες και θύμησες δικές μας και την προσωπική μας ταύτιση με τις πτυχές ενός ασπρόμαυρου ονείρου τριάντα πέντε χιλιοστών».
Στη συνέχεια της ομιλίας του κάνει εκτενή αναφορά στους «σκαπανείς» της κινηματογραφικής μουσικής, για να φτάσει στη δική του συνεισφορά -πρώτα στο θέατρο και ακολούθως στον κινηματογράφο:
«Η επιθυμία μου να μπω και εγώ στη μαγική μυθολογία του κινηματογράφου, δεν άργησε να εκπληρωθεί. Μόλις τελείωσε ο πόλεμος, μου ήρθε η πρόταση να γράψω μουσική, όταν καλά καλά δεν ήξερα να γράφω μουσική για μια ταινία. Είχε τον τίτλο "Αδούλωτοι σκλάβοι" με πρωταγωνίστρια τη μεγάλη μας θεατρίνα και φίλη μου από τότε Ελλη Λαμπέτη. Σκηνοθέτης ο Μάριος Πλωρίτης, που μόλις είχε μεταφράσει το ευαγγέλιο της νιότης μας, τα "Γράμματα σ' έναν νέο ποιητή" του Ρίλκε και τα είχεν εκδώσει ο "Ικαρος". Το παρελθόν της Ελλης κείνον τον καιρό, η πρώτη παρουσία της στην Κατοχή με το έργο του Χάουπτμαν "Η Ανελί πάει στον παράδεισο".
Μαθήτρια της μεγάλης Μαρίκας Κοτοπούλη, την πρωτοπαρουσίασε η ίδια στο θέατρό της και μας έδωσε ένα ανεξίτηλο όραμα για όλη μας τη ζωή, ενώ συγχρόνως χάριζε και μια πολύ μεγάλη θεατρίνα για όλα τα κατοπινά χρόνια του ελληνικού θεάτρου. Το παρελθόν το δικό μου, οι μουσικές που έγραψα στο θεατρικό οργανισμό "Ενωμένοι Καλλιτέχνες", στα έργα του Δαμιανού "Το καλοκαίρι θα θερίσουμε", στο "Θάψτε τους νεκρούς" του Ιρβιν Σόου και στο έργο του Ρώτα "Ρήγας ο Βελεστινλής" με τον Βεάκη πρωταγωνιστή. Ολα με τη σκηνοθεσία τού από τότε φίλου μου Γιώργου Σεβαστίκογλου.
Αυτά βέβαια δεν παρείχαν καμία εγγύηση για το κινηματογραφικό μας αποτέλεσμα, μια και ο κινηματογράφος πρώτ' απ' όλα είναι τεχνική. Κι εμείς δεν είχαμε τότε ιδέα ούτε από κινηματογράφο κι ούτε από την τεχνική του. Μόνο σαν τέλειωσε και προβλήθηκε η ταινία στους κεντρικούς κινηματογράφους, νιώσαμε το πόσο μακριά ήμασταν απ' ό,τι μας είχε μαγέψει από μικρούς στις σκοτεινές αίθουσες των συνοικιακών κινηματογράφων μας. Νιώσαμε πως τ' όνομά μας σε ένα καρέ τριάντα πέντε χιλιοστών ή στις προθήκες των κινηματογράφων, με γράμματα κεραμιδί σ' άσπρες καρτέλες, δεν αρκεί για να συνθέσουμε μαγεία για τους άλλους.
Κι ακόμα περισσότερο, δεν φτάνει για να μας κάνει μάγους ή πουλιά εμάς τους ίδιους.
Μετά από αυτό, δούλεψα πολύ κι ατέλειωτα κερδίζοντας τα προς το ζην και παράλληλα μπαίνοντας μαζί με την εκ βαθέων τεχνική των ήχων και των κινούμενων εικόνων, το πώς να μη διαβρώνεται κανείς από τον κόσμο τον κακό, τον εύκολο και τον ευχάριστο και να εντάσσεται με άσκηση, με δυσκολία, αλλά και με αποφασιστικότητα στο γνήσιο κόσμο των τεχνικών και όχι των αυταρέσκων και ναρκισσευομένων ημικαλλιτεχνών. Δούλεψα με τον Φίνο. Φανατικός τεχνίτης, τεχνικός, γνώριζε τι 'ναι το κακό στον κινηματογράφο, μα δεν μπορούσε να γνωρίζει τι είναι το καλό. Μας ένωσε το πάθος για την τεχνική, κατά τα άλλα δεν είχαμε τίποτα κοινό. Εκείνος έγινε ο πρώτος στον κινηματογράφο το βιομηχανικό, ώσπου οι καιροί τον ξεπέρασαν. Σήμερα δεν υπάρχει, αλλά τον είχα χάσει πολύ πριν αποθάνει. Εγώ πάλι βρέθηκα το 1968 στο Χόλιγουντ για την ταινία που θα δείτε σε λίγο, το "Μπλου".
Και η τεχνική μου έκανε το θαύμα της. Αν ήθελα, θα έγραφα μέχρι σήμερα τη μουσική για εξακόσιες περίπου ταινίες γουέστερν και θα 'μουν δάσκαλος στην κινηματογραφική Ακαδημία του Χόλιγουντ.
Ομως δεν είχα τέτοιες φιλοδοξίες, όταν μικρός παρακολουθούσα τις μαγικές εικόνες των μεγάλων ταινιών του Χόλιγουντ. Γιατί όλοι εκεί πέρα θαυμάσανε την τεχνική μου, το ταλέντο μου, μα δεν διαισθάνθηκαν πως τ' αποτέλεσμα μου ήταν φιλόδοξα ερωτικό και παραμένει τέτοιο, μια και το μόνο που έμαθα μέσα από όλες τις τεχνικές της μουσικής και του κινηματογράφου ήταν ο έρωτας.
Γιατί μονάχα αυτό προσπάθησα να μάθω. Θα το αντιληφθείτε ακούγοντας τη μουσική μου στην ταινία αυτή που αναφέρθηκα, το "Μπλου". Σας ευχαριστώ που με ακούσατε».
Για τη μεταγραφή: ΓΙΑΝΝΗΣ ΛΥΒΙΑΚΗΣ
(ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 15/06/2004)
Ηταν μια υπέροχη βραδιά, που οργάνωσε ο υπεύθυνος του κινηματογράφου Λεωνίδας Κακάρογλου. Προηγήθηκε ομιλία του Μάνου Χατζιδάκι, η οποία δημοσιεύθηκε στο ενημερωτικό έντυπο του «Κήπου», το καλοκαίρι του 1999.
Αναδημοσιεύουμε δύο χαρακτηριστικά αποσπάσματα από αυτή την άκρως ενδιαφέρουσα ομιλία του Μάνου Χατζιδάκι, που ιστορεί κάτω από ποιους ερεθισμούς πέρασε στην κινηματογραφική μουσική:
«Σαν η φωτογραφία ζωντάνεψε στα τέλη του περασμένου αιώνα, απλώθηκε μονομιάς μια σιωπή θαυμαστική, συγχρόνως και θωπευτική. Σιωπή απ' τις αμίλητες φιγούρες που κινήθηκαν, σιωπή κι απ' τον κόσμο που βωβός παρατηρούσε στην τετράγωνη λευκή οθόνη να πραγματοποιούνται εξαίσια οράματα έρωτα και πάθους, με ανεξίτηλες μορφές ανδρών και γυναικών καθώς κι ατελείωτα γκανγκς μεγάλων κωμικών, που μας παρείχαν νέες διαστάσεις στα προβλήματα εκείνου του καιρού, προβλήματα που μας οδήγησαν σε δυο παγκόσμιους πολέμους. Μα σαν μίλησαν οι φιγούρες, σκοτώθηκε η σιωπή κι ο χώρος γέμισε αμηχανία και μουσική.
Ετσι γεννήθηκε η μουσική του κινηματογράφου, θα 'λεγε κανείς. Απ' τη σιωπή. Και η μουσική αυτή υπήρξε στην αρχή λίγο σκοτάδι, τίτλοι, ηχητική περιγραφή του ονείρου, πράξη ζωής και θάνατος, ενέργεια, νίκη, τέλος-διέξοδος, επιστροφή στο σπίτι. Μες στο ψυγείο τα όνειρα για μια μοναδική στιγμή αναπόλησης και μοναξιάς.
Η μουσική του κινηματογράφου συντηρεί στη μνήμη την εικόνα, την ερμηνεύει, ενώ συγχρόνως χρωματίζει επιθυμίες και θύμησες δικές μας και την προσωπική μας ταύτιση με τις πτυχές ενός ασπρόμαυρου ονείρου τριάντα πέντε χιλιοστών».
Στη συνέχεια της ομιλίας του κάνει εκτενή αναφορά στους «σκαπανείς» της κινηματογραφικής μουσικής, για να φτάσει στη δική του συνεισφορά -πρώτα στο θέατρο και ακολούθως στον κινηματογράφο:
«Η επιθυμία μου να μπω και εγώ στη μαγική μυθολογία του κινηματογράφου, δεν άργησε να εκπληρωθεί. Μόλις τελείωσε ο πόλεμος, μου ήρθε η πρόταση να γράψω μουσική, όταν καλά καλά δεν ήξερα να γράφω μουσική για μια ταινία. Είχε τον τίτλο "Αδούλωτοι σκλάβοι" με πρωταγωνίστρια τη μεγάλη μας θεατρίνα και φίλη μου από τότε Ελλη Λαμπέτη. Σκηνοθέτης ο Μάριος Πλωρίτης, που μόλις είχε μεταφράσει το ευαγγέλιο της νιότης μας, τα "Γράμματα σ' έναν νέο ποιητή" του Ρίλκε και τα είχεν εκδώσει ο "Ικαρος". Το παρελθόν της Ελλης κείνον τον καιρό, η πρώτη παρουσία της στην Κατοχή με το έργο του Χάουπτμαν "Η Ανελί πάει στον παράδεισο".
Μαθήτρια της μεγάλης Μαρίκας Κοτοπούλη, την πρωτοπαρουσίασε η ίδια στο θέατρό της και μας έδωσε ένα ανεξίτηλο όραμα για όλη μας τη ζωή, ενώ συγχρόνως χάριζε και μια πολύ μεγάλη θεατρίνα για όλα τα κατοπινά χρόνια του ελληνικού θεάτρου. Το παρελθόν το δικό μου, οι μουσικές που έγραψα στο θεατρικό οργανισμό "Ενωμένοι Καλλιτέχνες", στα έργα του Δαμιανού "Το καλοκαίρι θα θερίσουμε", στο "Θάψτε τους νεκρούς" του Ιρβιν Σόου και στο έργο του Ρώτα "Ρήγας ο Βελεστινλής" με τον Βεάκη πρωταγωνιστή. Ολα με τη σκηνοθεσία τού από τότε φίλου μου Γιώργου Σεβαστίκογλου.
Αυτά βέβαια δεν παρείχαν καμία εγγύηση για το κινηματογραφικό μας αποτέλεσμα, μια και ο κινηματογράφος πρώτ' απ' όλα είναι τεχνική. Κι εμείς δεν είχαμε τότε ιδέα ούτε από κινηματογράφο κι ούτε από την τεχνική του. Μόνο σαν τέλειωσε και προβλήθηκε η ταινία στους κεντρικούς κινηματογράφους, νιώσαμε το πόσο μακριά ήμασταν απ' ό,τι μας είχε μαγέψει από μικρούς στις σκοτεινές αίθουσες των συνοικιακών κινηματογράφων μας. Νιώσαμε πως τ' όνομά μας σε ένα καρέ τριάντα πέντε χιλιοστών ή στις προθήκες των κινηματογράφων, με γράμματα κεραμιδί σ' άσπρες καρτέλες, δεν αρκεί για να συνθέσουμε μαγεία για τους άλλους.
Κι ακόμα περισσότερο, δεν φτάνει για να μας κάνει μάγους ή πουλιά εμάς τους ίδιους.
Μετά από αυτό, δούλεψα πολύ κι ατέλειωτα κερδίζοντας τα προς το ζην και παράλληλα μπαίνοντας μαζί με την εκ βαθέων τεχνική των ήχων και των κινούμενων εικόνων, το πώς να μη διαβρώνεται κανείς από τον κόσμο τον κακό, τον εύκολο και τον ευχάριστο και να εντάσσεται με άσκηση, με δυσκολία, αλλά και με αποφασιστικότητα στο γνήσιο κόσμο των τεχνικών και όχι των αυταρέσκων και ναρκισσευομένων ημικαλλιτεχνών. Δούλεψα με τον Φίνο. Φανατικός τεχνίτης, τεχνικός, γνώριζε τι 'ναι το κακό στον κινηματογράφο, μα δεν μπορούσε να γνωρίζει τι είναι το καλό. Μας ένωσε το πάθος για την τεχνική, κατά τα άλλα δεν είχαμε τίποτα κοινό. Εκείνος έγινε ο πρώτος στον κινηματογράφο το βιομηχανικό, ώσπου οι καιροί τον ξεπέρασαν. Σήμερα δεν υπάρχει, αλλά τον είχα χάσει πολύ πριν αποθάνει. Εγώ πάλι βρέθηκα το 1968 στο Χόλιγουντ για την ταινία που θα δείτε σε λίγο, το "Μπλου".
Και η τεχνική μου έκανε το θαύμα της. Αν ήθελα, θα έγραφα μέχρι σήμερα τη μουσική για εξακόσιες περίπου ταινίες γουέστερν και θα 'μουν δάσκαλος στην κινηματογραφική Ακαδημία του Χόλιγουντ.
Ομως δεν είχα τέτοιες φιλοδοξίες, όταν μικρός παρακολουθούσα τις μαγικές εικόνες των μεγάλων ταινιών του Χόλιγουντ. Γιατί όλοι εκεί πέρα θαυμάσανε την τεχνική μου, το ταλέντο μου, μα δεν διαισθάνθηκαν πως τ' αποτέλεσμα μου ήταν φιλόδοξα ερωτικό και παραμένει τέτοιο, μια και το μόνο που έμαθα μέσα από όλες τις τεχνικές της μουσικής και του κινηματογράφου ήταν ο έρωτας.
Γιατί μονάχα αυτό προσπάθησα να μάθω. Θα το αντιληφθείτε ακούγοντας τη μουσική μου στην ταινία αυτή που αναφέρθηκα, το "Μπλου". Σας ευχαριστώ που με ακούσατε».
Για τη μεταγραφή: ΓΙΑΝΝΗΣ ΛΥΒΙΑΚΗΣ
(ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 15/06/2004)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου