Του ΓΙΩΡΓΟΥ ΣΤΑΜΑΤΟΠΟΥΛΟΥ
Ενας μικρός αιθιοπικός ήλιος το προσωπάκι της. Μικρή το δέμας αλλά αεικίνητη. Το χαμόγελο δεν την εγκαταλείπει ποτέ, στο κάθε της βήμα, στην κάθε της κίνηση.
Δύσκολα συναντάς φωτεινά πρόσωπα σήμερα, τέτοια που να λαμπρύνουν, να ομορφαίνουν τον χώρο και κατ' επέκταση τις ψυχές όλων που έρχονται σ' επαφή μαζί τους.
Ηταν δεν ήταν τεσσάρω χρονώ το Τζεράκι όταν έφτασε στη χώρα μας -τώρα, κοντά είκοσι χρόνια μετά την άφιξή της σερβίρει ακούραστη τους πελάτες της μπιραρίας, δίπλα στην εφημερίδα.
Τη βλέπω σχεδόν καθημερινά πηγαίνοντας στην εφημερίδα, γύρω στις 6 το απόγευμα να ετοιμάζεται για τη βάρδιά της και της εύχομαι καλή δύναμη στο ωράριό της.
«Τι θα κάνετε απόψε, θα σκοντάψετε;» μου απαντά πάντα, εννοώντας να περάσουμε, λίγο μετά τα μεσάνυχτα, κοντά στο κλείσιμο της εφημερίδας, να μας κεράσει ένα ποτήρι κρασί.
Συνήθως «σκοντάφτουμε» - και τότε το χαμόγελό της γίνεται τεράστιο.
Δεν συναντάς -είπαμε- τέτοια καλοσύνη, τόση ψυχική δοτικότητα από ανθρώπους που εργάζονται σκληρά στα καφέ και τα μπαρ της Αθήνας, όπου έχουν να αντιμετωπίσουν κάθε καρυδιάς καρύδι (στρυφνούς, ξινούς, υπέρ άγαν απαιτητικούς, δύστροπους, δυσκοίλιους, αγενείς, αλλόφρονες ενίοτε κι ένα σωρό αλλοπρόσαλλους, απροσάρμοστους κ.ο.κ.).
Ολοι αυτοί οι περίεργοι ηρεμούν ξαφνικά όταν έρχονται αντιμέτωποι με την Τζέρη από την Αιθιοπία, μια πανέμορφη, πλέον, μαύρη Ελληνίδα.
Η ίδια μάς ταξινομεί στον χώρο, σαν να μας στοιχίζει· έχει τους λόγους της, που ξεκινούν από τις λεπτές ψυχολογικές της παρατηρήσεις.
Γίνεται συμμέτοχος του πόνου αλλά και της ευθυμίας του καθενός ξεχωριστά. Θα ήταν αλλόκοτο να μην τη συμπαθήσουν οι θαμώνες - οι λογής μπιρόφιλοι των Αθηνών.
Αργά λοιπόν, το βράδυ, εξουθενωμένη από την εργασία της κάθεται για λίγο μαζί μας και τσουγκρίζουμε τα ποτήρια.
Βουτηγμένη σ' ένα πηγαίο χιούμορ δεν μας αφήνει σε ησυχία, απαιτώντας να της λέμε ιστορίες από τη ζωή μας ή πώς βλέπουμε τη νέα ελληνική πραγματικότητα, που η ίδια, βεβαίως, τη βιώνει κατάσαρκα (κατάστηθα, κατάψυχα και λοιπά). Ευτυχώς στην παρέα υπάρχουν καλοί αφηγητές (άμα αρχίσουν να μιλάνε δύσκολα τους σταματάς...).
Της ζητάμε κι εμείς να μας πει για τη χώρα της - τι αναμνήσεις να έχει ένα τετράχρονο κοριτσάκι;
Μας λέει όμως... Μιλάμε για ήθη και έθιμα, για λαϊκές παροιμίες, για τη γλώσσα(!).
Οι Αιθίοπες είναι γνωστοί από τον Ομηρο ακόμη και τον Ησίοδο. Αιθίοψ (αίθω = φλέγω + οψ - όψει) σημαίνει ο καμένος, ο ψημένος από τον ήλιο· η φυλή είναι κράμα, πρόσμειξη γηγενών νέγρων με λευκούς.
Οι Αιθίοπες, σύμφωνα με τους πρώτους εθνολόγους, ανήκουν στη λευκή φυλή (γιατί;).
Η Τζέρη δεν μπορεί να μας διαφωτίσει περαιτέρω - ούτε που ενδιαφέρεται ουσιαστικά κανείς. Οι μετακινήσεις πληθυσμών, βίαιες τις περισσότερες φορές, στην ουσία επιτυγχάνουν τη συνάντηση πολιτισμών, την ανταλλαγή των βαθύτερων δεσμών που έχουν με τον τόπο καταγωγής αυτοί οι πληθυσμοί και την ενσωμάτωσή τους (ή όχι) σε αυτούς των νέων τόπων διαμονής.
Η κάποτε μικρή Αιθιοπίς ιδέα δεν είχε για τα βάσανα και τους καημούς των λαών ανά την υφήλιο, για τους διεστραμμένους ισχυρούς που φτιάχνουν πολέμους για να αποκομίσουν κέρδη και δόξα (sic).
Είναι εδώ και παλεύει για το μεροκάματο, ζωντανή, ακούραστη, όμορφη, διαλλακτική: Ανθρώπινη.
Αιθιοπίς ή Ελληνίς είναι το ίδιο -πρώτιστο είναι η επιβίωση μέσα σ' ένα όχι και τόσο φιλικό περιβάλλον.
Μπορεί να επαιρόμαστε ότι δεν είμαστε ρατσιστές, αλλά πολλές φορές πιάνουμε τους εαυτούς μας «αδιάβαστους» (καταλαβαίνουμε ότι είμαστε και παραείμαστε).
«Δεν θα γράψεις κάτι και για μας τα φτωχά κορίτσια που ξεπατωνόμαστε κάθε βράδυ;» με ερωτά και, πριν προλάβω να απαντήσω, συμπληρώνει: «Κυρίως να γράψεις για τα φτωχά και μαύρα(!) κορίτσια».
Χαμογελούν οι μπασμένοι (υπέροχα) στη νύχτα συνάδελφοί της (και στην ημέρα - και αυτό έχει τη σημασία του).
Χωρίς αυτούς ίσως να μην είχε το σθένος που επιδεικνύει, ίσως να 'ταν λιγότερο χαρούμενη ή ευτυχισμένη.
Ποιος ξέρει; Εμείς όλοι έτσι τη θέλουμε, όπως τη γνωρίσαμε: ελεύθερη, γελαστή, μικρούλα και μαυρούλα. Κούκλα (μας).
(Αναδημοσίευση από την Εφημερίδα των Συντακτών - 14/11/2016)
Link: http://www.efsyn.gr/arthro/i-mikri-aithiopis-i-ellinis
Ενας μικρός αιθιοπικός ήλιος το προσωπάκι της. Μικρή το δέμας αλλά αεικίνητη. Το χαμόγελο δεν την εγκαταλείπει ποτέ, στο κάθε της βήμα, στην κάθε της κίνηση.
Δύσκολα συναντάς φωτεινά πρόσωπα σήμερα, τέτοια που να λαμπρύνουν, να ομορφαίνουν τον χώρο και κατ' επέκταση τις ψυχές όλων που έρχονται σ' επαφή μαζί τους.
Ηταν δεν ήταν τεσσάρω χρονώ το Τζεράκι όταν έφτασε στη χώρα μας -τώρα, κοντά είκοσι χρόνια μετά την άφιξή της σερβίρει ακούραστη τους πελάτες της μπιραρίας, δίπλα στην εφημερίδα.
Τη βλέπω σχεδόν καθημερινά πηγαίνοντας στην εφημερίδα, γύρω στις 6 το απόγευμα να ετοιμάζεται για τη βάρδιά της και της εύχομαι καλή δύναμη στο ωράριό της.
«Τι θα κάνετε απόψε, θα σκοντάψετε;» μου απαντά πάντα, εννοώντας να περάσουμε, λίγο μετά τα μεσάνυχτα, κοντά στο κλείσιμο της εφημερίδας, να μας κεράσει ένα ποτήρι κρασί.
Συνήθως «σκοντάφτουμε» - και τότε το χαμόγελό της γίνεται τεράστιο.
Δεν συναντάς -είπαμε- τέτοια καλοσύνη, τόση ψυχική δοτικότητα από ανθρώπους που εργάζονται σκληρά στα καφέ και τα μπαρ της Αθήνας, όπου έχουν να αντιμετωπίσουν κάθε καρυδιάς καρύδι (στρυφνούς, ξινούς, υπέρ άγαν απαιτητικούς, δύστροπους, δυσκοίλιους, αγενείς, αλλόφρονες ενίοτε κι ένα σωρό αλλοπρόσαλλους, απροσάρμοστους κ.ο.κ.).
Ολοι αυτοί οι περίεργοι ηρεμούν ξαφνικά όταν έρχονται αντιμέτωποι με την Τζέρη από την Αιθιοπία, μια πανέμορφη, πλέον, μαύρη Ελληνίδα.
Η ίδια μάς ταξινομεί στον χώρο, σαν να μας στοιχίζει· έχει τους λόγους της, που ξεκινούν από τις λεπτές ψυχολογικές της παρατηρήσεις.
Γίνεται συμμέτοχος του πόνου αλλά και της ευθυμίας του καθενός ξεχωριστά. Θα ήταν αλλόκοτο να μην τη συμπαθήσουν οι θαμώνες - οι λογής μπιρόφιλοι των Αθηνών.
Αργά λοιπόν, το βράδυ, εξουθενωμένη από την εργασία της κάθεται για λίγο μαζί μας και τσουγκρίζουμε τα ποτήρια.
Βουτηγμένη σ' ένα πηγαίο χιούμορ δεν μας αφήνει σε ησυχία, απαιτώντας να της λέμε ιστορίες από τη ζωή μας ή πώς βλέπουμε τη νέα ελληνική πραγματικότητα, που η ίδια, βεβαίως, τη βιώνει κατάσαρκα (κατάστηθα, κατάψυχα και λοιπά). Ευτυχώς στην παρέα υπάρχουν καλοί αφηγητές (άμα αρχίσουν να μιλάνε δύσκολα τους σταματάς...).
Της ζητάμε κι εμείς να μας πει για τη χώρα της - τι αναμνήσεις να έχει ένα τετράχρονο κοριτσάκι;
Μας λέει όμως... Μιλάμε για ήθη και έθιμα, για λαϊκές παροιμίες, για τη γλώσσα(!).
Οι Αιθίοπες είναι γνωστοί από τον Ομηρο ακόμη και τον Ησίοδο. Αιθίοψ (αίθω = φλέγω + οψ - όψει) σημαίνει ο καμένος, ο ψημένος από τον ήλιο· η φυλή είναι κράμα, πρόσμειξη γηγενών νέγρων με λευκούς.
Οι Αιθίοπες, σύμφωνα με τους πρώτους εθνολόγους, ανήκουν στη λευκή φυλή (γιατί;).
Η Τζέρη δεν μπορεί να μας διαφωτίσει περαιτέρω - ούτε που ενδιαφέρεται ουσιαστικά κανείς. Οι μετακινήσεις πληθυσμών, βίαιες τις περισσότερες φορές, στην ουσία επιτυγχάνουν τη συνάντηση πολιτισμών, την ανταλλαγή των βαθύτερων δεσμών που έχουν με τον τόπο καταγωγής αυτοί οι πληθυσμοί και την ενσωμάτωσή τους (ή όχι) σε αυτούς των νέων τόπων διαμονής.
Η κάποτε μικρή Αιθιοπίς ιδέα δεν είχε για τα βάσανα και τους καημούς των λαών ανά την υφήλιο, για τους διεστραμμένους ισχυρούς που φτιάχνουν πολέμους για να αποκομίσουν κέρδη και δόξα (sic).
Είναι εδώ και παλεύει για το μεροκάματο, ζωντανή, ακούραστη, όμορφη, διαλλακτική: Ανθρώπινη.
Αιθιοπίς ή Ελληνίς είναι το ίδιο -πρώτιστο είναι η επιβίωση μέσα σ' ένα όχι και τόσο φιλικό περιβάλλον.
Μπορεί να επαιρόμαστε ότι δεν είμαστε ρατσιστές, αλλά πολλές φορές πιάνουμε τους εαυτούς μας «αδιάβαστους» (καταλαβαίνουμε ότι είμαστε και παραείμαστε).
«Δεν θα γράψεις κάτι και για μας τα φτωχά κορίτσια που ξεπατωνόμαστε κάθε βράδυ;» με ερωτά και, πριν προλάβω να απαντήσω, συμπληρώνει: «Κυρίως να γράψεις για τα φτωχά και μαύρα(!) κορίτσια».
Χαμογελούν οι μπασμένοι (υπέροχα) στη νύχτα συνάδελφοί της (και στην ημέρα - και αυτό έχει τη σημασία του).
Χωρίς αυτούς ίσως να μην είχε το σθένος που επιδεικνύει, ίσως να 'ταν λιγότερο χαρούμενη ή ευτυχισμένη.
Ποιος ξέρει; Εμείς όλοι έτσι τη θέλουμε, όπως τη γνωρίσαμε: ελεύθερη, γελαστή, μικρούλα και μαυρούλα. Κούκλα (μας).
(Αναδημοσίευση από την Εφημερίδα των Συντακτών - 14/11/2016)
Link: http://www.efsyn.gr/arthro/i-mikri-aithiopis-i-ellinis
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου